Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

οὐδαμοῖ π

См. также в других словарях:

  • ουδαμοί — οὐδαμοῑ (Α) επίρρ. προς κανένα μέρος, πουθενά. [ΕΤΥΜΟΛ. < οὐδαμός + επιρρμ. κατάλ. οῖ (πρβλ. μηδαμ οί)] …   Dictionary of Greek

  • οὐδαμοῖ — to no place indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οὐδαμοί — οὐδαμός not any one masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αμός — (I) ἁμὸς και ἀμός, ή, όν και αιολ. ἄμμος, η, ον αντί τού ἡμέτερος και συχνά αντί τού ἐμός. [ΕΤΥΜΟΛ. Βραχύτερος τ. αντί ημέτερος (πρβλ. ὑμὸς αντί ὑμέτερος, σφὸς αντί σφέτερος). Στον Όμηρο αντί τού ἁμὸς χρησιμοποιείται συχνότερα η πληρέστερη μορφή… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»